Όταν γράφω τις τύχες μου
στο ημερολόγιο του ανυπολογισμού
κρατάς το χέρι μου
με έναν λόγο αγάπης
που πήρες πίσω
Όταν χάνω τον ίσκιο μου
με ένα βλέμμα καρφωμένο
στην ιουλιανή σελίδα του ημερολογίου μου
το χαρτί αχνίζει
αλμύρα και άστεγο έρωτα
Όταν ακούω το Καλοσυγκερασμένο Πληκτροφόρο
νιώθω την ευκολία
της θύμησής σου
να μουδιάζει τα δάχτυλά μου
σ’ ένα ακούρδιστο όργανο
Μα μόνο μια Τετάρτη του Σεπτέμβρη
δε σ’ αγαπώ
που στάζεις την πρώτη βροχή της απουσίας σου
και μένω να φυλλομετρώ
ένα πρελούδιο
προανάκρουσμα του αδύνατου