Οφθαλμαπάτες
Η γύμνια σε φόντο μαύρο δυνατό!
Φυλακισμένος ο κυκεώνας των χρωμάτων
σε μια ακτίνα μείξης
κι αυτά, τα σφιχτοφασκιωμένα,
τροφαντά μπουμπούκια γλυκοκοιτάζουν
τον ανοιξιάτικο ήλιο,
λαχταρούν το αναλίγωμα του μαύρου!
Δαιμόνια φιδογλυστρούνε γύρω της,
στήνουν χορό, σε φόντο θολό,
κερένια χέρια, διάφανα, λευκά,
λύνουν τα μάγια, φίδια πολύχρωμα,
κερδίζουν τα μάτια και λάμπει φωτιά.
Η γύμνια άφαντη, όμως στέκει εκεί,
από πρωταγωνίστρια κομπάρσος,
νεκρό φύλλο που χορεύει
στις ορέξεις τ’ ανέμου.
Το αίμα των θανάσιμα πληγωμένων θεών
βάφει με χρώματα απαλά την ανατολή
του ήλιου της αλήθειας.
Ακτίνα ξίφος μπήκε βαθιά,
η ψυχή γονάτισε, υποκλίθηκε,
άρχισαν να χύνονται απ’ τα βάραθρα
χρώματα κι αρώματα
κι η γύμνια στεφανώθηκε θεά!
***
Επίχρυσα
Απομεινάρια από φως
λαίμαργα η ηδονή ρουφάει,
λίγο πιο πέρα
πάνω απ’ το δεντρολίβανο
φτύνει το αίμα τη σκουριά,
τις κάλπικες φιλοδοξίες,
πεσμένα αστέρια κάνει
μια χαψιά, τ’ αναπνέει.
Παλιός,
παμπάλαιος ουρανος
βλέμμα συννεφιασμένο
τα δάκρυά του
τρέχουν στα μαλλιά
κι εκείνα τ’ αποβάλλουν
μέσα σε μυρμηγκοφωλιές
καταστροφή αρμενίζουν.
Πέλαγα αναστεναγμοί
τις φυλλωσιές γκρεμίζουν,
χαμόγελα δειλά
δείχνουν τα σάπια δόντια
δείγμα πορνείας αιματηρής
προσμένοντας
αγγίγματα γλυκά
φιλιά επιχρυσωμένα.
Κι αν με ρωτήσουν
πού είναι τ’ άσυλο το ιερό
θα πω δεν ξέρω,
φοράω μόνο
στο πέτο την καρδιά!
*Από τη συλλογή “Ιστοί βαθιάς αλήθειας”, Εκδόσεις Γαβριηλίδης, Μάρτης 2015.