Καλωσόρισμα
Κάποτε άνοιξες την πόρτα
Και βρήκες το σπίτι άδειο από ανθρώπους
Τα βράδια έκλεινες το φως
Για να μη βλέπεις το σκοτάδι
Και φυσικά τα παντζούρια
Γιατί ο φόβος διαπερνά τα παράθυρα
Φωτογραφίες δεν μπορούσες να κοιτάξεις
Πάντοτε ντρεπόσουν
Δεν ήθελες
Να σε βλέπουν
Για να μην αφήσεις τα κόκκαλά σου να λιώσουν
Κρύφτηκες κάτω από τη γη
Τα σκουλήκια σε καλωσόρισαν
Και το σπίτι παρέμεινε άδειο από ανθρώπους
Μονάχα εγώ ήμουν εκεί
***
Οβίδα
Μπήκε στο σπίτι, μια οβίδα
Κοιμάται στον καναπέ του σαλονιού
Τρώει μαζί μας στο τραπέζι
Καμιά φορά ροχαλίζει
Γελά
Κάποτε σηκώνεται
Φορά το πανωφόρι της
Φεύγω, λέει
Κι εκρήγνυται
Κάθε φορά τα ίδια
*Από τη συλλογή “28 μέρες κάτω από τη γη”, Εκδόσεις Θράκα, 2017.