Μεθυσμένη
έχω το άλλοθι
της πιο ευφυούς
απλότητας
κι είναι τόσο εύκολο
να στέκομαι μπροστά σου
γελώντας τον χρόνο
Καθισμένος
στο μπαρ των ξεχασμένων στίχων
που τελευταία γέμισε
ανέκδοτους παραλογισμούς
πίνεις τη μπίρα σου
ζεστή
Μια γυναίκα περνά
κάθε τόσο ανάμεσά μας
κάνοντας προσευχές και δεήσεις
στον διάβολο
Προσηλώνομαι
ενίοτε
στον καβάλο σου
στο φόντο του τσιγάρου
που καίει το κακό
…
Μα είναι μονόδρομος
η πτώση στη γύμνια
των παραισθήσεων
Είναι μονόδρομος
ο ενδιάμεσος του θανάτου
έρωτας
…
Ας είναι το
ξημέρωμα στα χέρια σου
με πονοκέφαλο και ασπιρίνη