Ο ερωτευμένος νέος συνάντησε την αγαπημένη του
στην άκρη της πόλης
της καρφίτσωσε στα μαλλιά ένα χάρτινο ποίημα
το μολύβι του ανήκει
– ποτέ όμως το ποίημα –
η άνοιξη χάιδεψε τρυφερά τις αισθήσεις του
έκλεισε τα χείλη της στα χείλη του ποιητή
– για δες, η ποιήτρια τον φιλά στο στόμα –
οι ίδιες μορφές
οι ανοίκειες εικόνες ενός τόπου
π’ αποπειράται να σταθεί όρθιος
Αν αγάπη μου ζούμε αυτόν τον έρωτα
τον οφείλουμε σ’ εκείνους που πεθάναν δίχως έρωτα
αν έχουμε λίγα δάκρυα
τα χρωστάμε στ’ αφυδατωμένα τους μάγουλα
αν κρατάμε λίγη υγρασία στα βλέφαρα
τη δίνουμε να τη γευτούν τα παιδιά που στέγνωσαν από δίψα
αν ζούμε το όποιο παρόν
το κερνάμε στο όσο μέλλον απέμεινε
Του έπιασε το χέρι
τρυπώντας με το μολύβι
στο μέρος της καρδιάς
αμέσως ο χάρτινος όγκος από λέξεις πήρε φωτιά
κι έκαψε ξανά
ακόμα και τις στάχτες
*Από τη συλλογή “Το παιδί π’ απέμεινε όρθιο”, Εκδόσεις ΠΑΝΟΠΤΟΚόΝ, 2019.