Στάλες ηδονής σκέπασαν τις λέξεις.
Η ποίηση μολεύτηκε
απ’ τις επιδράσεις του σώματος.
Το πνεύμα της ηττήθηκε
απ’ τα μασκαρέματα
και τις απολήξεις.
Φτυαρίστηκε στους περιβόλους
(των ταχυπληρωμών)
και των μάταιων προσδιορισμών.
Ο ποιητής σαν ταγός τής καταλλαγής,
έπλεξε το εγκώμιο του θανάτου,
μιας κι οι ώρες του τέλους
είναι πασαλειμμένες με χρώματα
(κι αρώματα) ηδονικών καταστάσεων.
Πλησίον όμως, των ναυαγίων
(της αθανασίας).