V
Κάθε βράδυ πέφτουν
απ’ τους φανοστάτες οι σταξιές
ωστόσο λίγα προσφέρει ένα λιπόσαρκο φως
όταν ξετυλίγεται σε πρόσωπα που φθίνουν
και απ’ την τέφρα σβήνει η γραμμή
όπου τελειώνει η θάλασσα και αρχίζει ο ουρανός.
Είναι μια λύπη που δεν καταλαγιάζει
για ανθρώπους που ναυάγησαν
με γδαρμένες ψυχές
για άλλους που γέρασαν με την παραίτηση
στα μάτια, τη σήψη στις ραφές,
βολοδέρνοντας στο ξέπνοο γαλάζιο.
Πώς αποτυπώνεται ο αφανισμός
και γεμίζει το πανί φιγούρες
που ακουμπούν τα μάτια τους στη γη
ενώ αρκεί ένα τοπίο
ένα κοιμητήρι λεηλατημένο απ’ το κρύο
με τους βραχνούς θρήνους και τη φρικτή σιγαλιά.
Είναι η έρημος που μέσα σου οργώνεις
όταν δεν αντέχεις πια την απουσία,
η πίστη ψυχρή βλόγηση
δίχως την πραότητα στο απελπισμένο βλέμμα,
την υπόσχεση που χάριζε μια άκρη του ουρανού
όταν τη σφίγγαν τεντωμένα χέρια.
*“H Στάχτη στον ουρανίσκο”, Εκδόσεις Σμίλη, 2017.