Όταν το παιδί ήταν παιδί
περπατούσε κουνώντας τα χέρια του,
ήθελε το ρυάκι να είναι ποτάμι, το ποτάμι
να είναι χείμαρρος,
και η λακκούβα με νερό να είναι η θάλασσα.
Όταν το παιδί ήταν παιδί,
δεν ήξερε ότι ήταν παιδί,
όλα ήταν ένα μέρος της ψυχής,
και όλες οι ψυχές ήταν μία.
Όταν το παιδί ήταν παιδί,
δεν είχε άποψη για τίποτα,
δεν είχε συνήθειες,
καθόταν συχνά σταυροπόδι,
το έσκαγε τρέχοντας,
είχε «κορυφή» στα μαλλιά,
και δεν έκανε γκριμάτσες όταν
φωτογραφιζόταν.
Σαν ήταν το παιδί παιδί,
Ήταν η ώρα των ερωτήσεων:
Γιατί είμαι εγώ και όχι εσύ;
Γιατί είμαι εγώ εδώ και όχι εκεί;
O χρόνος πότε άρχισε κι ο χώρος πού
τελειώνει;
Μήπως είναι όνειρο η ζωή κάτω απ’ τον ήλιο;
Μήπως αυτά που βλέπω, ακούω κι μυρίζω
δεν είναι παρά το είδωλο ενός κόσμου πριν
τον κόσμο;
Στ’ αλήθεια υπάρχει το κακό,
και άνθρωποι που είναι πραγματικά κακοί;
Πώς γίνεται εγώ, αυτό που είμαι εγώ,
να μην υπάρχω πριν να υπάρξω,
και κάποτε εγώ, αυτό που είμαι εγώ,
αυτό που ήμουν να μην είμαι πια;
Όταν το παιδί ήταν παιδί,
δεν του άρεσε το σπανάκι, τα μπιζέλια, το
ρυζόγαλο,
ούτε το κουνουπίδι στον ατμό,
αλλά τα τρώει όλα αυτά τώρα, και όχι μόνο
επειδή «πρέπει».
Όταν ήταν το παιδί παιδί,
ξύπνησε μιά φορά σ’ ένα ξένο κρεβάτι
και τώρα όλο έτσι γίνεται.
Πολλοί του φαίνονταν τότε όμορφοι
μα τώρα μόνο λίγοι, κατά τύχη.
Έβλεπε καθαρά έναν παράδεισο
και τώρα το πολύ να τον φαντάζεται.
Το Tίποτα τίποτα δεν του έλεγε
μα τώρα αναρριγάει μπροστά του.
Όταν το παιδί ήταν παιδί,
έπαιζε με ενθουσιασμό,
και, τώρα, έχει τον ίδιο ενθουσιασμό όπως
και τότε,
μόνο όταν πρόκειται για δουλειά.
Όταν το παιδί ήταν παιδί,
Ήταν αρκετό να φάει ένα μήλο, ψωμί,
Και έτσι είναι ακόμα και τώρα.
Όταν το παιδί ήταν παιδί,
τα χέρια του ήταν γεμάτα μούρα,
όπως μόνο τα μούρα τα γέμιζαν
κι ακόμη και τώρα, έτσι κάνουν.
Φρέσκα καρύδια του «έγδερναν» τη γλώσσα
και ακόμη έτσι είναι.
Για κάθε βουνοκορφή,
είχε λαχτάρα για ένα ακόμη ψηλότερο βουνό,
και για κάθε πόλη,
είχε λαχτάρα για μια ακόμα μεγαλύτερη
πόλη, και εξακολουθεί να είναι έτσι.
Έφθανε για κεράσια στα ψηλότερα κλαδιά
των δέντρων
με ένα ενθουσιασμό που έχει ακόμη και
σήμερα,
ντρεπότανε τον κάθε ξένο κι ακόμα έτσι
νοιώθει,
περίμενε το πρώτο χιόνι, κι ακόμα έτσι περιμένει.
Όταν το παιδί ήταν παιδί,
έριξε ένα ραβδί σαν βέλος πάνω σ’ ένα
δέντρο σαν ακόντιο,
και πάλλεται εκεί ακόμη μέχρι σήμερα.
Reblogged this on agelikifotinou.
Reblogged this on Manolis.