Μες στου Αφούση την σπηλιά
που ήλιο δεν αφήνει
γυρίζει μια λαβωματιά που ροδοκοκκινίζει
και του Αφούση την καρδιά
όλο την τραυματίζει
Λαλεί ο πετροκόρακας
κατάμαυρος σαν πίσσα
κι απάνω του ξεπλένεται
γλοιώδικα μια λύσσα
Κι εσύ,Αφούση μας καλέ,
τα νιώθεις κι όλο λιώνεις
φορείς ένα χαμόγελο
που την αυγή ανθίζει
μέχρι το απομεσήμερο
που ξαφνικά λυγίζει
Συ,παλαρέ κι ασπρόμαυρε
απ’την σπηλιά σαν βγαίνεις
στήνεις χορό πολύστροφο
χορό αλλοπαρμένο
Μα καπετάνος είσαι συ
στο ξάρμενο καράβι
με το κουπί στην κουπαστή
γυρεύεις ένα ναύτη
ψάχνεις μια δω, ψάχνεις μια κει
δεν βρίσκεις μήτε πελελό
μήτε και απελάτη
Ιούλιος 2019
*Πελελός=τρελός//απελάτης=γενναίος,παλαρός=τρελός//κοινωνικά=βλαμμένος