Λάζαρος Γεωργιάδης, Από μικρούς μας μάθαιναν ότι ο λύκος είναι πάντα κακός

Το θυμάμαι και λυσσάω
Βγάζω αφρούς
Μετά Γαλήνη

Κιτρινίζει το μυαλό μου
Αταραξία
Όχι αποχαύνωση
Μόνο ετοιμότητα για όλες τις απιθανότητες

Στέκομαι σε μια γωνία και παρατηρώ
Μέσα από την κουκούλα μου εστιάζω καλύτερα
Η μεγάλη μυρμηγκοφωλιά σε πλήρη τροχιά και γύρω-γύρω
Γύρω-γύρω
Από τη στασιμότητα

Τους ακούω να λένε
Πως θα φροντίσει η μανούλα για όλα
Η μητέρα Ρωσία η μητέρα Αμέρικα
Η μητέρα Εξουσία η μητέρα Ησυχία
Η μητέρα Παναγία η μητέρα Πυραμίδα

Η μητέρα Μπαντρίδα η μητέρα Ξεξάρχεια

Ένιωσα πως όλα τα πρόβατα την ποθούν
Όπως διάολο κι αν την ονομάζουν
Και τη ζητάνε ακατάπαυστα
Με κλάματα πολλά και παρακάλια

Ένας Γόρδιος Οιδίποδας ριζωμένος σε κάθε κεφάλι

Είδα τους βοσκούς τους να φοβούνται
Να οχυρώνονται στα κάστρα τους
Να μαζεύονται
Και στα μεγάλα τους συμβούλια να συμφωνούν
Για προληπτικά μέτρα και σταθμά

Περαιτέρω ανασφάλειας
Περαιτέρω αποκτήνωσης

Σφίγγουν ολοένα και περισσότερο τη θηλιά
Σφίγγουν ολοένα και περισσότερο τα ένστικτα

Καμία πίστη και καμία ελπίδα

Μόνο τα νύχια να σκάβουν τους τοίχους τους θέλω
Και ουρλιαχτά που έχασαν το γκάζι να σκίζουν το σκοτάδι
Μόνο τα δόντια να ξεριζώνουν τα κάγκελα θέλω

Και ο ήλιος
Να ζηλεύει να φθονεί
Να φθονεί ατέλειωτα που δεν περπάτησε ποτέ.

*Από τη συλλογή “Τέλος”, Εκδόσεις Στοχαστής, 2018.

Leave a comment