Ξέρω κι εγώ την τέχνη της κατασκευής ανδρών
μες στο ημίφως από θραύσματα
Καθώς ο διάολος θα με πάρει αν δεν
Πέσει κεραυνός όταν ξεχνάω ότι ένας
Ίσως έχει ενός κλέφτη τον αντίχειρα,
Άλλος, το χέρι δολοφόνου,
Βλέπω τους άνδρες που έφτιαξα να φεύγουν
Σαν μια ιδέα που ‘θελα να καταγράψω
Σαν ένα όχημα που κόλλησε
Στην όπισθεν, όπως το τέρας
Που συνάντησε ο θεός όταν ο
Αδάμ τα ζώα ονομάτισε και διεκδίκησε την
Εύα, γυρνώντας προς το μέρος της από τους ουρανούς
Σαν να ‘τανε δική του
Για να τρέξουν. Τίποτα απ’ όσα είπε δε δαμάζονταν.
Τέχνη καμιά. Ούτε εν σοφία. Καμιά κατάσταση
στα χέρια του που πήρε ή στα χέρια σου ή στα δικά μου,
Τίποτα απ’ όσα φτιάχνουμε δεν μας ανήκει.
……………………………………………
Dear Dr. Frankenstein
I, too, know the science of building men
Out of fragments in little light
Where I’ll be damned if lightning don’t
Strike as I forget one
May have a thief’s thumb,
Another, a murderer’s arm,
And watch the men I’ve made leave
Like an idea I meant to write down,
Like a vehicle stuck
In reverse, like the monster
God came to know the moment
Adam named animals and claimed
Eve, turning from heaven to her
As if she was his
To run. No word he said could be tamed.
No science. No design. Nothing taken
Gently into his hand or your hand or mine,
Nothing we erect is our own.
―