Παραμύθι
Πρωί και βράδυ
το σπίτι υπήρχε.
Με τις ρίζες χιλιόχρονου δέντρου
με τα κλαδιά και τα πουλιά του
στην καρδιά.
Μια μέρα πέταξαν
όλα μαζί γι’ αλλού
Το ένα σήμερα
σκέπασε το άλλο
ο ύπνος στένευε ολοένα
άνοιγαν ρήγματα οι τοίχοι
χυνόταν μια ευωδιά
ακατοίκητης αποθήκης
Κανείς δεν άκουγε
μόνο ο ύπνος.
***
Κυοφορούσαν χρόνια το σημερινό πρωινό
Ξένο φως, άλαλο καρφί στο σώμα
ο ορίζοντας σαρώνει τ’ όνομά μου.
Το παράθυρο σιγοτραγουδά
– Τι ωραίος ο φράχτης με τα σάπια φύλλα
τι όμορφα που κελαηδούν τ’ ανέστια πουλιά!
***
Στον σκουριασμένο ουρανό
Το φεγγάρι ξεροβήχει
ρίχνει ομίχλη ο τεχνικός
και τ΄ ασημένιο φως
ο υποβολέας λέει τα λόγια
που βαριέται να θυμάται
ή ξεχνά
το τυφλό φεγάρι
που κάποτε συνέφαγαν
Το παιδί
Η μάγισσα
κι ο λύκος
στον δωρισμένο δίσκο του στο χώμα.
*Από τη συλλογή “Ψαλιδιστής”, εκδ. Τεχνοδρόμιον, Λεμεσός, Κύπρος 2018.