Απ’ το πεπρωμένο
δεθήκαμε στα πετρωμένα δάκρυα
(καταμεσήμερο)
και τιμωρηθήκαμε
γιατί θελήσαμε λίγο φως
κι έναν άλλον κόσμο.
Οι θρήνοι μας δεν έφτασαν
ως τη νύχτα,
σκεπάστηκαν απ’ την άρνηση
(κοντά στο δειλινό).
Χάθηκαν μες στις λειψές επιθυμίες.
Ω, λέξεις άηχες γίνανε,
αγεωμέτρητα μερίδια μελαγχολίας.
Μια προσφορά
(ασταμάτητη)
στον λήθαργο
και τη θλίψη.
Advertisements