Ένας σακάτης απ’ το Σαράγιεβο
την αγάπη σας ψωμοζητάει στο μετρό.
Και μια πεταλουδίτσα της νύχτας
το κορμί της πουλά για ‘να χαρτάκι, να γίνει.
Κι’ ένας βλαμμένος ξεδοντιάρης ευτυχής
βολτάρει παίζοντας το γιο-γιό του
- γιο-γιο-γιο… κ.τ.λ. –
Κι’ αυτοί οι δυο Κύριοι
με τα φουλάρια και την ανετίλα
τσακίζουνε την μπριτζόλα τους παρλάροντας
περί της α ξ ί α ς των στίχων μου
Αχού και δε με νοιάζει ποσώς τί λεν
δεν με νοιάζει…
Μ’ αηδιάζουν!
Προτιμώ να κυττάζω τον βλαμμένο στον δρόμο
με το γιο-γιό
– γιο-γιο-γιο… κλπ. κλπ. –