Ο Μπέρυμεν πήδησε από μια γέφυρα
Ο Χεμινγουέι το ’κανε με μια καραμπίνα
Η Τζάνις Τζόπλιν με μια σύριγγα
Η Μέριλυν Μονρόε κατάπιε χάπια
Κι ο Τζέιμς Ντην χρειάστηκε ένα σπορ αμάξι
Ο άντρας της Εύας κρεμάστηκε στο γκαράζ
τη μέρα των γενεθλίων της, αυτό ήταν το
δώρο του. Όταν εκείνη άνοιξε την
πόρτα του γκαράζ, κατάλαβε ότι
για πρώτη φορά στη ζωή της έπρεπε
να παρκάρει τ’ αμάξι στο δρόμο.
Ο Ντάρβιν Μάρτιν το έκανε
με μια σφαίρα των 22 χιλιοστών,
μάτωνε σαν χοίρος που τον σφάζανε,
είπε στη μάνα του να τον πάει στο σπίτι του αδελφού του
που είχε μια κυνηγετική καραμπίνα
να του ρίξει τη χαριστική βολή.
Η φιλενάδα μου το προσπάθησε με ασπιρίνες
γιατί ο γκόμενος δεν ήθελε να την παντρευτεί,
και την παντρεύτηκε,
τώρα εκείνη πάει και ξενογαμιέται.
Ο Ντόουν μ’ έχει πάρει τουλάχιστο πέντε φορές τηλέφωνο
για να με αποχαιρετίσει τελεσίδικα.
Δύο ερωτευμένα παιδιά στη γειτονιά
ενώσανε ένα λαστιχένιο σωλήνα στην εξάτμιση
κρεμάσανε την άλλη άκρη μέσα στ’ αμάξι, γιατί
δεν θέλανε οι γονείς να τους παντρέψουνε.
Ο Πήτερ Ντούελ κάτω από ένα χριστουγεννιάτκο
δέντρο έκανε ένα τσαφ και πάει
Η Σύλβια Πλαθ εχωσε το κεφάλι της στο φούρνο του γκαζιού,
το τελευταίο της βιβλίο βρίσκεται αυτή τη στιγμή
στα μπεστ σέλερ, ο Τζωρτζ Σάντερς στα 75 του
φρόντισε να τελειώσει, γιατί είχε βαρεθεί.
Ο Μπουκόβσκι λέει ότι θα ’χε σαλτάρει
πριν καιρό από κανένα βράχο στο Σαν Ντιέγκο
αν δεν είχε μπλέξει
με τόσο άσχημες παρέες εκεί κάτω.
Σίγουρα, συχνά έχει κανείς τις μαύρες του,
στενοχώρια, δυστυχία, πόνο, λόγους
πολλούς. Συχνά πυκνά κάποιος οικτίρει τον εαυτό του
ή να ξεφύγει από κάποιον, τη φίλη, την αδελφή,
την ερωμένη ή και την ίδια του τη μάανα.
Ή θελει να τον βάλουνε
πρωτοσέλιδο ή μπορεί κάποιους
να θέλει να σοκάρει.
Η αυτοκτονία είναι κατά κάποιο τρόπο ξεδιαντροπιά
-μολονότι ο αυτόχειρας βγάζει το εαυτό του
εκτός κυκλοφορίας- δεν έχω κατανόηση γι’ αυτήν,
δεν νιώθω οίκτο, μα ούτε κι ενοχές…
σiγouρα το νεγονός με συνκλονίζει
αλλά πάνω απ’ όλα με εξοργίζει
-ναι, ακριβώς αυτό είναι που νιώθω, οργή.
Ακόμη και σήμερα νιώθω οργή για τον Τζίμυ Ντην,
αν κι έχουν περάσει είκοσι χρόνια.
Νιώθω οργή για τη Μέριλυν Μονρόε,
τη Τζάνις Τζόπλιν. Νιώθω οργή
για τον Χεμινγουέι. Θα ‘θελα να διαβάσω ένα του βιβλίο
για την τρέλα. Οργή νιώθω
για όλους τους. Δεν μπορώ να συνηθίσω
στην ιδέα του ψόφου.
*H Linda King γεννήθηκε στο Μπούλντερ της Γιούτα το 1940. Είναι ποιήτρια, ηθοποιός, θεατρική συγγραφέας, ζωγράφος και γλύpτρια. Έχοντας στο παρελθόν αναλωθεί από δουλειά σε δουλειά, τα τελευταία χρόνια ζει από την ποίησή της και πουλώντας τους πίνακες και τα γλυπτά της. Τη δεκαετία του 1970, η King εξέδιδε το περιοδικό «Purr».
**Από το βιβλίο του Γιώργου Μπουρλή “Αμερικανοί ποιητές και ποιήτριες τολμούν”, Εκδόσεις Εξάρχεια, Οκτώβριος 2013.
Reblogged this on agelikifotinou.