Στοές
Κάποτε τα μικρά, τα τόσο ασήμαντα
όπως μια τοσοδά λεπτή κλωστή μπορεί να είναι
ο μίτος που σε φέρνει στη ζωή μες απ ́την άβυσσο
βήμα το βήμα προς το φως, έξω στον κόσμο.
Μα αν σου δοθεί η χάρη ξαφνικά και τόσο ανέλπιστα
βιάση δε θέλει στη χαρά σου τη μεγάλη.
Εύκολα μπλέκει το κουβάρι με μια κίνηση
εύκολα σπάει η κλωστή και τότε μόνος
κι ανήμπορος θα τριγυρνάς δίχως ελπίδα πια
χρόνια και χρόνια στις στοές που σε γνωρίζουν.\
Ψιθυριστά στο φως, στο έρεβος
***
Επιστροφή
Σπατάλησα το έχει μου μακριά στην ξενιτιά
είκοσι χρόνους δούλεψα σ`άλλα χωράφια.
Τα πατρικά τα πήραν αξιότεροι κι εγώ
χοίρους βοσκούσα για το ξεροκόμματο.
Ίσως γιατί το ήξερα πως στην επιστροφή,
στους πρώτους λόφους πλησιάζοντας στο σπίτι,
θα`βλεπα τη γνωστή φιγούρα του πατέρα μου
να καρτερά ακουμπώντας στο ραβδί του
να ξεφωνίζει, να χοροπηδά,
τους υπηρέτες του να κράζει να προφτάσουν
αρχοντικό να στρώσουνε το δείπνο μου
και πως μονάχος του θα έπεφτε μπροστά μου
για να μου πλύνει με τα δάκρυα τα πόδια μου
λες κι ήταν απ`τους δυο, αυτός ο φταίχτης.
Είκοσι χρόνους δούλεψα μακριά.
Τώρα το βλέπω που τα νιάτα μου σπατάλησα.
Κυλήσανε νερό στις χούφτες μου και τα`χασα
και πιο φτωχός κι απ`τους φτωχούς γυρίζω πίσω.
Αν ήμουν Οδυσσέας, θα`λεγα χαλάλι τους
είχα πολλά να δω, πολλά να μάθω
σε τόσες θάλασσες παλεύοντας με τον Θεό
με τόσα τέρατα φρικτά που με στοιχειώναν.
Όμως δεν ήμουν και το ήξερα καλά
πως στη δική μου Τροία, δίχως σκέψη,
ρίχνουνε πάντα στη φωτιά τα ξύλινα άλογα
και ασφαλείς χασκογελούν από τα τείχη.
*Από τη συλλογή “Ψιθυριστά στο φως, στο έρεβος” (2016).