ΈΛΕΥΣΙΣ - ένα ταπεινό ενδιαίτημα αθανασίας
Απάνω που λες: – μεγάλωσα πια
δε θα ξανανταμώσω Αρχάγγελους/
όμως είναι τότε που συνωστίζονται στην σκάλα
ανεβαίνοντας,
τα νυχτοπατήματά τους σαν τα περίπολα εφοδευόντων,
κι από τη σκόνη τους
να πυκνώνει ο χρόνος και να πλημμυρίζει τα όνειρα/
ούτε που μετράω πια,
πόσες αρχές της φυσικής παραβιάζονται/
κάτι τέτοια εξηγούσα χθες στον παλαιό συνάδελφο
Νίκο Αργυράκη, χημικό,
ενώ ίσιωνε το μουστάκι του
χαϊδεύοντας απο κάτω, το ευγενικό χαμόγελο,
έπαιρνε σειρά για την ανηφόρα,
κι εγώ έκανα πώς δεν έβλεπα, πλάτη τον πατέρα μου,
που σκάλιζε τους σχιστόλιθους με ένα κουμαρόξυλο/
σαν γύριζε,
έβλεπα του έλειπαν από μπροστά δύο νεογιλά,
κι οι τιράντες του χιάζονταν
σαν χελιδονοουρές,
κι ο Νίκος μου λεγε:
“- εσύ, ήσουν πάντα ποιητής
ακόμη κι όταν δεν υπήρχε η ποίηση”,
κι έσβηνε ένα τσιγάρο στην κουπαστή,
και τα κίτρινα δάχτυλά του,
τραύλιζαν στην ανάμνηση των θειούχων και της νικοτίνης.
“-εσύ ήσουν πάντα ποιητής.
όμως εμείς σου λέω,
View original post 32 more words