Στις 5 Οκτωβρίου 2005 αποδημεί, «χωρίς εισιτήριο», ο ποιητής Ηλίας Λάγιος. Επιχειρεί το απονενοημένο διάβημα με ένα salto mortale από το μπαλκόνι του σπιτιού του. Στα 47 χρόνια που πρόλαβε να ζήσει απέδειξε πως ο διανοούμενος, ο πνευματικός άνθρωπος, μπορεί να είναι «οργανωτής» μιας μαχητικής ουτοπίας.
Ο Λάγιος ρίχνει τον ποιητή από το βάθρο του, σαρκάζει και αυτοσαρκάζεται χωρίς να γίνεται γραφικός. Ο λόγος του είναι αψύς. Του αρέσει να «παίζει» με διάφορους τρόπους γραφής.Καταπιάνεται με την καθημερινότητα, την σαπίλα, το θεό και τον Έρωτα. Κυρίαρχο μοτίβο ο θάνατος. Η ποίηση του φοβίζει τον απαίδευτο και τρομάζει τον βολεμένο. Τίθεται ενάντια σε κάθε μορφής εξουσία, μισεί τους καθωσπρέπει και αγαπά τους περιθωριακούς. Γράφει για τη ζωή όπως είναι και λέει τα πράγματα με το όνομα τους.
Γεννήθηκε το 1958 στην Άρτα, μεγάλωσε στο Ναύπλιο και έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην Αθήνα. Εργάστηκε ως επιμελητής εκδόσεων μεταξύ των οποίων η Νέα Εστία και η Αυγή. Μαζί με τον Γιώργο Κοροπούλη εξέδωσε το λογοτεχνικό περιοδικό “Ωλήν”.
Κατηγορήθηκε από τα μέσα, ως κακοποιός της ελληνικής γλώσσας.
****”Το πέρασμα [‘Ενας αθώος άνθρωπος να συμφωνεί / Του κάνω νεύματα απεγνωσμένα / ‘Οπως πάντα έφτασα αργά] / Το πέρασμα στον θάνατο / Είναι μια κόκκινη στρογγυλή γουλιά / Τη σκουπίζεις στα χείλια / στο πάτωμα ή στο μαξιλάρι / Τα ίχνη φεύγουν λίγο αργότερα.”
***Απόψε οι πεθαμένοι ξαγρυπνούν μες στων κεριών τις φλόγες,
Και μοναχή παρηγοριά τα παιδικά της χρόνια στην Αθήνα•
γίνε αγερίτσα του Θεού και πέταξε εδώ πάνω.
Δεν το ’νιωσες, κορμάκι μου, που ο θάνατος μας κέρδισε για πάντα;
[Από τη συλλογή Πράξη υποταγής (2000).]
****«Κι από μακριά κιόλας εμείς (παγώνουν οι ώρες κι οι μέρες και δεν αντέχονται κι αποχωρούμε), όσοι ακόμα μέσα στη ζωή μας ζωντανοί, πομποί και δείκτες μνήμης αυριανής – οι μηδέ φωνασκούντες, μηδέ είρωνες. Από μακριά, με το μακριά που βάζουν τάχα για εγγύηση οι λέξεις. Με όλες τις λέξεις που πήρε δανεικές και έκανε δικές του – χρησιδάνειο. ‘Οσες μιλούσαν, κι όσες παραμιλούσαν μέσα σε ό,τι ακατανόητο του καθενός για τον καθένα. Με από κοντά τις λέξεις να τον χαιρετούν».
Απόσπασμα από το ποίημα «Δεν βλέπω τίποτ’ άλλο», του Ηλία Λάγιου: Άντε γαμήσου και χάσου,
πουτανίτσα φτιαγμένη στο Γαίηλ.
Θα κτενίσω τη νύκτα με κοκταίηλ
μολότωφ τα μαλλιά σου.
Ο Νίκος Γ. Ξυδάκης έγραψε στην “Καθημερινή” της 9.10.2005: “Τρυφερός έφηβος 47 ετών, ανήλικος και υπερώριμος μαζί, αστραφτερό ταλέντο, σπάταλος με τις λέξεις και τα αισθήματα, σπάταλος προ πάντων με τον εαυτό του. Ποιητής. […]”
****Το έργο του είναι χρήσιμο σε κάθε άνθρωπο που θέλει να ζει ελεύθερος
**********************
Έργα:
Πρόοδοι εν προόδω (Ωλήν, 1981, ως Αλέξης Φωκάς)
Ασκήσεις Ι-ΙΧ (Ωλήν, 1984, ως Αλέξης Φωκάς)
Το κατά Αλέξιον και Μαρίαν (Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1990)
Συνεστίασις (1991)
Τριώδιο (Άγρα, 1991, με τους Διονύση Καψάλη και Γιώργο Κοροπούλη)
Η ιστορία της Λαίδης Οθέλλος (Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1992)
Το βιβλίο της Μαριάννας (Ίκαρος, 1993)
Ανθοδέσμη (Άγρα, 1993, με τους Μιχάλη Γκανά, Διονύση Καψάλη και Γιώργο Κοροπούλη)
Ο Μικρός Ήρως: το σκετσάκι (Αντί, 1996)
Η έρημη γη (Ερατώ, 1996)
Περί ζώου (Παρουσία, 1996)
Μουζικούλες (Ερατώ, 1997)
Το εικοσιτετράωρο της Δηούς (Καστανιώτης, 1998)
Θεατρολογία (Καστανιώτης, 1998)
Της γυναικογυναίκας (Ερατώ, 1998)
Πράξη υποταγής (Ερατώ, 2000)
Φεβρουάριος 2001 (Ερατώ, 2002)
Η αρπαγή της κούτας (Ερατώ, 2003)
Ο άνθρωπος από τη Γαλιλαία (Ερατώ, 2004)
Reblogged this on Greek Canadian Literature.
Reblogged this on agelikifotinou.