Ο συριγμός των ονείρων
Η κούραση της θάλασσας
κουρνιάζει στ’ αφτί μου
με ισχνό σαν γερο γονιού
θρόισμα.
Σίγασε ο συριγμός των ονείρων το αίμα τους πίνοντας.
Αποφάσισα ν’ αλλάξω χρώμα στο σκαρί μου.
Κίτρινο ομιχλώδους άπνοιας.
Να με τρομάζει. Να μη χαμογελώ όταν θέλω
να ουρλιάξω
Στον σκουριασμένο ουρανό
το φεγγάρι με τις εκατό μαύρες γωνίες
και τα εκατό αργυρά σκοινιά
ξεροβήχει.
Κρυμμένοι καλά ο υποβολέας
κι ο τεχνικός
ρίχνει ομίχλη ο δεύτερος και λωρίδες κίτρινο
ο πρώτος τού λέει τα λόγια που βαριέται να θυμάται
ή ξεχνά
το τυφλό φεγγάρι
που κάποτε συνέφαγαν
ο λύκος
το παιδί
κι η μάγισσα
στο δωρισμένο δίσκο του στο χώμα.
Το ουρλιαχτό του άντρα
χτυπά στο στέρνο του
γλύφει το στέρνο του τρώει
ό,τι ξέμεινε από τη νυχτερινή ζωή της μέρας
και περνάει στο συσσίτιο της επομένης.
*Τα ποιήματα αναδημοσιεύονται από το μπλογκ της Ρωξάνης Νικολάου Ηλιόδεντρον στη διεύθυνση http://hliodendron.blogspot.com